Για την ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας μίλησε από το Βερολίνο και το Ίδρυμα Adenauer, ο Πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης. Στη συζήτηση με θέμα «Ελλάδα και Ευρώπη – Ένα νέο κεφάλαιο με Πρωθυπουργό τον Κυριάκο Μητσοτάκη» πήραν μέρος ο Πρωθυπουργός και ο Φρίντριχ Μερτς επικεφαλής του CDU (Christian Democratic Union of Germany-Χριστιανοδημοκρατική Ένωση της Γερμανίας).
Στην εκδήλωση που έγινε με κεντρικό θέμα την ελληνική οικονομία, ο Κυριάκος Μητσοτάκης ανέφερε αρχικά πως η χώρα μας βρέθηκε μπροστά σε μια καταστροφή στην οικονομία της και τόνισε πως χρειαζόταν να γίνουν πολλά για να εξυγιανθούν τα οικονομικά. «Μην ξεχνάμε ότι χάσαμε το 25% του ΑΕΠ τα τελευταία χρόνια. Η Ελλάδα που θυμάστε κατά τη διάρκεια της κρίσης δεν υπάρχει πλέον», είπε.
Ήταν πετυχημένη η οικονομική πολιτική τόνισε ο Πρωθυπουργός και εξήγησε πως «το χρέος μας μειώνεται, έχουμε μειώσει την ανεργία, προσελκύουμε επενδύσεις και καταφέραμε να ανακτήσουμε την επενδυτική βαθμίδα. Αυτό ίσως σηματοδοτεί το κλείσιμο μια επώδυνης δεκαετίας». Τόνισε επίσης πως «η κοινωνία κατάφερε να παραμείνει ενωμένη σε εκείνα τα δύσκολα χρόνια» και πως σήμερα «Θέλουμε να ανακτήσουμε την αξιοπιστία της χώρας μας και να ανακτήσουμε την οικονομική μας ανάπτυξη».
Αν έπρεπε να δώσει έναν τίτλο, ο Πρωθυπουργός είπε πως αυτός θα ήταν: «Καταφέραμε να κρατήσουμε την Ελλάδα στην Ευρώπη, τώρα θα πρέπει να καταφέρουμε η Ελλάδα να συγκλίνει με την Ευρώπη».
Μερτς: «Η απόφαση που πήρε η Μέρκελ ήταν σωστή»
Ο κ. Μερτς ρωτήθηκε για το grexit που είχε προτείνει το κόμμα του. «Η χώρα σας είναι ισχυρός πυλώνας Κυριάκο για την ΕΕ και επιτρέψτε μου να πω ότι εξαρτόμαστε από ισχυρά κράτη μέλη στην ΕΕ γιατί αντιμετωπίζουμε μεγάλες προκλήσεις στον κόσμο. Τον πόλεμο στην Ουκρανία και τις τρομοκρατικές επιθέσεις στο Ισραήλ. Στις ΗΠΑ επίσης βλέπουμε την πιθανότητα ο Τραμπ να επανεκλεγεί. Σε έναν χρόνο θα φτάσουμε εκεί και πρέπει να είμαστε προετοιμασμένοι. Η Ελλάδα είναι από τους ισχυρούς μας εταίρους στην ΕΕ. Το 2010 ήμουν εκτός και πίστευα ότι έπρεπε να μείνει εκτός η Ελλάδα αλλά τελικά σήμερα, ξέρω ότι έκανα λάθος. Η απόφαση που πήρε η Μέρκελ ήταν σωστή».
Ο κ. Μητσοτάκης από την πλευρά του τόνισε πως πρέπει να αποφύγουμε τα λάθη του παρελθόντος και μίλησε για το Σύμφωνο Σταθερότητας. «Αναγνωρίζω ότι μιλάω στην Γερμανία αλλά επιτρέψτε μου να πω το εξής: Προκειμένου να υπάρξει μια νομισματική ένωση πρέπει να υπάρχει και δημοσιονομική πειθαρχία και πρέπει να αποφύγουμε τα λάθη του παρελθόντος. Αυτό που συνέβη στην Ελλάδα ήταν να υπάρχει μεγαλύτερη λιτότητα και αυστηρά μέτρα που μείωναν τα έσοδα και καθιστούσαν δύσκολη την επίτευξη των δημοσιονομικών στόχων.
Χρειάζεται ευελιξία και εγγυήσεις για τους στόχους που τίθενται. Υπάρχει πρόοδος με τις συζητήσεις που έχουν γίνει με τους υπουργούς οικονομικών και θα υπάρξει συμφωνία πριν το τέλος του χρόνου. Υπάρχει και εξωτερικός κριτής των οικονομικών αποδόσεων της χώρας μας. Βλέπουμε ποια είναι η σύγκριση με την Ιταλία και την Ισπανία και οι δημοσιονομικοί κανόνες που θέλει η Κομισιόν είναι σωστοί αλλά υπάρχει και η αγορά που ωθεί προς πλεονάσματα. Τα πρωτογενή πλεονάσματα δεν μπορούν να επιτευχθούν μέσω υπερφορολόγησης».
Ένα στοιχείο της επιτυχίας της κυβέρνησης είναι ότι «μειώσαμε έλλογα τους φόρους και εστιάσαμε περισσότερο στην φοροδιαφυγή», πρόσθεσε ο Πρωθυπουργός.
Μετανάστευση
Σχετικά με την μετανάστευση ο Πρωθυπουργός ανέφερε: « Καμία συζήτηση στη Γερμανία αυτές τις μέρες δεν είναι ολοκληρωμένη χωρίς αναφορά στη μετανάστευση. Καταλαβαίνω. Αυτό συνέβη στην Ελλάδα το 2019. Αυτό δεν ισχύει πλέον και θα σας πω γιατί. Όταν αναλάβαμε την εξουσία, το 2019, κληρονομήσαμε μια καταστροφική κατάσταση όσον αφορά στο μεταναστευτικό, ουσιαστικά μία πολιτική ανοιχτών συνόρων και μια αδυναμία της ελληνικής κυβέρνησης να αξιολογήσει γρήγορα τις αιτήσεις για χορήγηση ασύλου. Είχαμε πρόβλημα τόσο από την πλευρά όσων είχαν ήδη φτάσει στην Ελλάδα, όσο και με τις νέες αφίξεις. Είχαμε πολλούς ανθρώπους στην Ελλάδα, οι περισσότεροι από αυτούς βρίσκονταν στα νησιά μας, και υποδεχόμασταν συνεχώς περισσότερους. Δεν ξέραμε πώς να τους διαχειριστούμε. Αποφασίσαμε ότι χρειαζόμασταν μια δραστική επανεξέταση της μεταναστευτικής μας πολιτικής.
Τι κάναμε; Γίναμε πολύ πιο αυστηροί όσον αφορά στη διαχείριση των συνόρων μας, πάντα σύμφωνα με το Διεθνές Δίκαιο. Αλλά δεν διευκολύναμε την έλευση στην Ελλάδα. Ήμουν πολύ ξεκάθαρος και ειλικρινής εξ αρχής. Το Λιμενικό Σώμα δεν είναι μία υπηρεσία υποδοχής που ενθαρρύνει ανθρώπους να έρθουν στην Ελλάδα. Το ίδιο ισχύει για τη συνοριοφυλακή μας στα χερσαία σύνορα. Σας θυμίζω ότι το 2020 βρεθήκαμε αντιμέτωποι με μια πρόδηλη προσπάθεια της Τουρκίας να εργαλειοποιήσει μετανάστες και να τους στείλει στην άλλη πλευρά των συνόρων, στην Ευρώπη. Καταφέραμε να υπερασπιστούμε τα ελληνικά και ευρωπαϊκά σύνορα με επιτυχία.
Πού βρισκόμαστε σήμερα; Βρισκόμαστε σε μια κατάσταση όπου μπορούμε να διαχειριστούμε τις ροές και έχουμε επίσης αντιμετωπίσει πολύ πιο αποτελεσματικά τα ζητήματα εξέτασης των αιτήσεων ασύλου. Ναι, είμαι πολύ ειλικρινής, υφίστανται ακόμη δευτερογενείς μετακινήσεις, ιδίως από όσους λαμβάνουν άσυλο. Αυτό σε μεγάλο βαθμό συνδέεται με τις μεταρρυθμίσεις που πρέπει να υλοποιήσετε στη Γερμανία. Διότι αν η Γερμανία είναι, εν τέλει, τόσο ελκυστικός προορισμός για τους μετανάστες, είναι πολύ δύσκολη η διαχείριση των εξωτερικών συνόρων, εάν έχετε έναν τεράστιο «μαγνήτη» στη Γερμανία, τόσο ισχυρό που υπερβαίνει όλες τις προσπάθειές μας να διαχειριστούμε τα εξωτερικά σύνορα».
«Διαφωνώ με τον Ερντογάν για τη Χαμάς, αλλά θα τον καλωσορίσω στην Ελλάδα»
όσον αφορά στα ελληνοτουρκικά ο κ. Μητσοτάκης τόνισε: «Επιτρέψτε μου να σας πάω πίσω στο 2019, όταν αναλάβαμε τη διακυβέρνηση. Είχαμε τότε να αντιμετωπίσουμε μία πολύ επιθετική Τουρκία, τόσο στο μέτωπο της μετανάστευσης -θυμηθείτε, να το επαναλάβω, τι συνέβη τον Μάρτιο του 2020- αλλά και σε ό,τι αφορά τα διμερή μας ζητήματα. Υπήρχε ένας αδιάκοπος αναθεωρητισμός και μια προσπάθεια καταπάτησης των κυριαρχικών δικαιωμάτων της Ελλάδας, ιδίως όταν επρόκειτο για δραστηριότητες στη θάλασσα.
Εν τέλει πιστεύω ότι καταφέραμε να πείσουμε την Τουρκία ότι αυτή η προσέγγιση ήταν αντιπαραγωγική. Τους τελευταίους μήνες είδαμε μια σημαντική αποκλιμάκωση στις σχέσεις μας. Συνάντησα τον Πρόεδρο Ερντογάν δύο φορές -πριν από την πρόσφατη ανάφλεξη στη Μέση Ανατολή. Συμφωνήσαμε σε μια πορεία προς την εξομάλυνση των σχέσεών μας. Θα συναντηθούμε ξανά στην Ελλάδα τον Δεκέμβριο, με στόχο να θέσουμε μια θετική ατζέντα και να μην αφήσουμε τις μακροχρόνιες διαφορές μας να κλιμακωθούν σε σημείο όπου να διακινδυνεύουμε στρατιωτική σύγκρουση. Να διαχειριστούμε, λοιπόν, τις δυσκολίες μας και να χτίσουμε πάνω σε μια θετική ατζέντα, αυτή είναι η προσέγγιση που έχω υιοθετήσει».
Φυσικά διαφωνώ απόλυτα με τα σχόλια του Προέδρου Ερντογάν σχετικά με τη Χαμάς. Δεν πιστεύω ότι είμαι ο μόνος Ευρωπαίος ηγέτης που θα το πει αυτό. Ταυτόχρονα, αυτό δεν είναι λόγος να μην υποδεχτούμε τον Πρόεδρο Ερντογάν στην Ελλάδα. Θα μιλήσουμε για τις διμερείς μας σχέσεις, θα μιλήσουμε για τη σχέση μεταξύ Τουρκίας και Ευρώπης, η οποία -να το ξαναπώ- ορίζεται με μεγάλη σαφήνεια από τις αποφάσεις που έχουν ληφθεί στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο. Προσπαθώ πάντα να είμαι εποικοδομητικός και να λύνω προβλήματα αντί να προσθέτω επιπλέον δυσκολίες. Η αρχή μου πάντοτε ήταν ότι σε όλες τις περιπτώσεις είναι καλύτερο να συνομιλούμε με όλα τα εμπλεκόμενα μέρη.
Και, στο τέλος της ημέρας, παρά τα όσα είπε ο Πρόεδρος Ερντογάν για τη Χαμάς, θεωρώ ότι είναι στο συμφέρον όλων μας να διασφαλίσουμε ότι αυτή η σύγκρουση δεν θα κλιμακωθεί πέρα από τη φρικτή κατάσταση στην οποία βρισκόμαστε σήμερα. Είμαι βέβαιος ότι αυτό είναι στο συμφέρον και της Τουρκίας. Ουδείς θέλει να δει περαιτέρω κλιμάκωση της σύγκρουσης. Επομένως, κατά τη γνώμη μου, ποτέ δεν χάνει κανείς όταν συνομιλεί και όταν συζητά, ακόμη και όταν πρέπει να έχει δύσκολες συζητήσεις και δύσκολες συνομιλίες.
Κάνε like στη σελίδα μας στο Facebook
Ακολούθησε μας στο Twitter
Κάνε εγγραφή στο κανάλι μας στο Youtube
Γίνε μέλος στο κανάλι μας στο Viber
– Αναφέρεται ως πηγή το ertnews.gr στο σημείο όπου γίνεται η αναφορά.
– Στο τέλος του άρθρου ως Πηγή
– Σε ένα από τα δύο σημεία να υπάρχει ενεργός σύνδεσμος